Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2023

Βιβή Βουτσελά - " Σκηνίτες " & Απόσπασμα από το Βιβλίο & CD Χάραμα Καισαριανής «Τετράγωνο 32», προσφυγικά Καισαριανής

                 

Μουσική - στίχοι: Γιάννης Τσιαντής

 

Σκηνίτες

Σκηνίτες πρόσφυγες οι πρώτοι του Συγγρού

Απ´ τα Βουρλά, της Ερυθραίας τα χωριά

Κατέλαβαν μιαν αποθήκη του στρατού

Τις Κυριακές να λειτουργήσει εκκλησιά

 

Τους φυλακίσανε σα κλέφτες τα θηρία

Μα δε τους έσκιαξε φοβέρα, ριζικό

Καισαριανιώτισσα στα ταπητουργία

Άνδρας φτηνό εργατικό ήταν δυναμικό

 

Κάθε παράγκα ένας γκαζοτενεκές

Από τα τσίγκια έμπαζε ο βοριάς

Στα πρωτοβρόχια πλημμύριζε ο Ντερές

Καισαριανή ανταρομάνα, κόρη προσφυγιάς

 

Δεν τη σηκώναν στο πετσί την Κατοχή

Το κάθε σπίτι είχε και ένα γιό εκτελεσθέντα

Ξεριζωμένοι τι κι αν ήτανε φτωχοί

Τα χνώτα μύριζαν δαφνέλαιο και μέντα

 

Δεκαεφτάχρονοι οι τρεις στον Υμηττό

Κάστρο χτισμένο από ήρωες σαν πέτρα

Στήσανε διακόσους μεσημέρι ήταν φριχτό

Στα ξερονήσια ήτανε βασανιστής η αφέντρα

 

Μέσα στο Χάραμα μνημόνευαν νταλκάδες

Μπέλλου, Τσιτσάνης, Μπαρμπαγιάννης κι όλος ο ντουνιάς

Ένα ζεϊμπέκικο από σούρες και ζαλάδες

Καισαριανή ανταρτομάνα, κόρη προσφυγιάς

 

Απόσπασμα από το Βιβλίο & CD Χάραμα Καισαριανής

«Τετράγωνο 32», προσφυγικά Καισαριανής:

 

Το 1920, σύμφωνα με τα στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας, κατεγράφησαν μεμονωμένα ποιμνιοστάσια και μικρές κατοικίες. 

Καταμετρήθηκαν μόλις έντεκα άτομα να διαμένουν στην Καισαριανή, εκ των οποίων ένας ήταν μόνιμος κάτοικος, ο μακεδονομάχος οπλαρχηγός Έξαρχος, όπου μέχρι το 1970 είχε την κατοικία του εκεί που είναι το σημερινό Κάραβελ. 

Η περιοχή ήταν ερημότοπος που χρησιμοποιούταν κυρίως από τον στρατό και το κράτος με εμβληματική παρουσία το νοσοκομείο Συγγρού. 

Το νοσοκομείο αποπερατώθηκε το 1919 με δωρεά του Ανδρέα Συγγρού και χρησίμευε για τη θεραπεία αφροδίσιων νοσημάτων άπορων ασθενών. Στην περιοχή του Αγίου Νικολάου υπήρχαν αποθήκες υλικού πολέμου, τρεις φαρμακαποθήκες και στάβλοι για τα άλογα της ανακτορικής φρουράς. 

Στην απάνω μεριά της Καισαριανής κοντά στο μοναστήρι είχαν εγκαταστήσει τη στρατιωτική μονάδα χημικού πολέμου, ενώ στο ύψος του σημερινού νεκροταφείου τους στρατώνες. 

Την άνοιξη του 1923 είναι η αρχή της γέννησης μιας συνοικίας με τους πρώτους πρόσφυγες κυρίως από τα Βουρλά της Μικράς Ασίας και το Σιβρισάρι της Ερυθραίας να εγκαθίστανται στις κωνικές σκηνές καταυλισμού πέριξ του Νοσοκομείου Λοιμωδών Νοσημάτων Συγγρού. 

Οι πρώτοι πρόσφυγες αυτοί ήταν οι λεγόμενοι «Σκηνίτες του Συγγρού». Καθημερινά έρχονταν κι άλλες οικογένειες από τα γύρω χωριά της Σμύρνης, με αποτέλεσμα να γίνεται το αδιαχώρητο στον καταυλισμό. 

Μετά από λίγο καιρό το ταμείο περίθαλψης προσφύγων ξεκινάει την πρώτη οικιστική φάση με την κατασκευή πεντακοσίων ξύλινων παραπηγμάτων και χιλίων πλινθόκτιστων δωματίων από την ανατολική πλευρά της φαρμακαποθήκης προς τη λεωφόρο Υμηττού, καταλήγοντας στη σημερινή Εθνικής Αντιστάσεως στο ύψος των σχολείων Βενιζέλου, δίπλα ακριβώς στο ρέμα του Ηριδανού. Οι κατασκευές ήταν πρόχειρες και σε πολλές περιπτώσεις ημιτελείς. 

Μια μπίζνα πολύ κερδοφόρα για τους εργολάβους, όχι μόνο λόγω υπερκοστολόγησης της κατασκευής αλλά και λόγω της φτηνής εργατικής δύναμης. Οι ίδιοι οι πρόσφυγες δουλεύαν και χτίζανε τα σπίτια τους από το πρωί ως το βασίλεμα, με δέκα έως είκοσι δραχμές μεροκάματο. Παράλληλα καλούνταν να πληρώσουν το οίκημα για να έχουν τη νόμιμη κυριότητα, παρά τη συνθήκη της Λωζάννης περί ανταλλάξιμης περιούσιας. 

Δωμάτια δεκαοχτώ τετραγωνικών χωρίς πόρτες και παράθυρα, όπου στοιβάζονταν οχτώ και δέκα άνθρωποι, οι οποίοι αναγκάζονταν να τα καλύπτουν με πανιά και κουρελούδες. Η λεγόμενη κατασκευή των τετραγώνων. 

Κάθε δέκα - δώδεκα σπίτια ένα τετράγωνο και στη μέση ένας αύλειος χώρος όπου ήταν τοποθετημένα τα κοινά αποχωρητήρια. Ένα κομμάτι ξύλου με μια τρύπα στη μέση ακουμπισμένο κατάχαμα στη γη, πάνω από έναν υποτιθέμενο βόθρο που ενωνόταν με το ρέμα. Σε κάθε πρωτοβρόχι άρχιζε και το μαρτύριο της δυσωδίας. Οι βόθροι ξεχείλιζαν και πλημμύριζε ο συνοικισμός μποχόνερα και κατρουλιά. 

Οι αέρηδες σκίζανε τα πισσόχαρτα της σκεπής και σε κάθε νεροποντή στάζανε τα νερά σε τενεκέδες και λεκάνες. Οι σοβάδες από λάσπη κι άχυρο πέφτανε κάθε τόσο αφήνοντας χαραματιές απ’ όπου τρύπωνε και ξύριζε ο βοριάς. 

Χαμόσπιτα το ένα πλάι στο άλλο που χωρίζονταν μεταξύ τους με μια σανίδα όλη κι όλη. Όλα ακούγονταν. 

Το γέλιο, το κλάμα, ο αναστεναγμός, το ροχαλητό, η βαριανάσα. Όλη η φαμίλια βγήκε στο εργασιακό σφυρί για μια κομμάτα άρτο. Άντρες δουλεύανε ως οικοδόμοι, λιμενεργάτες, φορτοεκφορτωτές, πλανόδιοι μανάβηδες, αγωγιάτες, ενώ τα γυναικόπαιδα απορροφήθηκαν κυρίως στα ταπητουργεία. 

Παρά τους ξεριζωμούς, τα βάσανα, τους καημούς και τα βαριά μεροκάματα φαίνονταν ακούραστοι και μονιασμένοι λες και ήτανε τα σταυραδέρφια που δώσαν παντοτινό όρκο επιβίωσης και θυσίας.

ΠΗΓΗ. ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου