Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2024

Alain Barrière (18 Νοεμβρίου1935 - 18 Δεκεμβρίου 2019) - Το μεγάλο όνομα του γαλλικού τραγουδιού

 


Οι απαρχές μιας μεγάλης καριέρας

Ο Αλάν Μπαριέρ ή Alain Bellec, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε το 1935 στο Trinité-sur-Mer, έχοντας βρετονικό και ιταλικό αίμα. Αλητάκος και ποιητής ταυτόχρονα, παράτησε το σχολείο στα 14 του, για τα σπορ. 

Λίγα χρόνια μετά επανήλθε στα θρανία και πήρε πτυχίο μηχανικού. 

Το 1958 αγόρασε την πρώτη του κιθάρα, έμαθε να παίζει και να συνθέτει. 

Το 1959 πηγαίνει στη γαλλική πρωτεύουσα και ανακαλύπτει τους μεγάλους ποιητές, ενώ παράλληλα εργάζεται νυχθημερόν, για να επιβιώσει. Κάπως έτσι καταλήγει στο νοσοκομείο με υπερκόπωση. 

Μηχανικός σε εταιρεία ελαστικών πλέον, σημειώνει την πρώτη του επιτυχία το Cathy, με το οποίο μπήκε στον τελικό των Coq d’or το 1961. 

Από κακούς συμβουλάτορες καταλήγει στη χειρότερη δισκογραφική που υπήρχε τότε, ευτυχώς όμως τον εντόπισε ο ποιητής Louis Amade, που του έγραψε το Les matins bleus, όπως και ο ποιητής Paul Fort, που του χάρισε ακόμα τέσσερα ποιοτικά κομμάτια.

Η καθιέρωση

Το 1962 σαρώνει το κίνημα των yé-yé, του rock και του twist, γεγονός που τον αφήνει άνεργο, καθώς έκανε την απερισκεψία να αφήσει τη δουλειά του. Τον δέχθηκε, ωστόσο, ένα καμπαρέ για εμφανίσεις. 

Τότε έγραψε το τραγούδι που έμελλε να πάει στη Γιουροβίζιον, το Elle était si jolie (: “Ήταν τόσο όμορφη”), αλλά και το La Marie-Joconde

Αυτό του εξασφάλισε να είναι opening act στις συναυλίες του Paul Anca στο Olympia. 

Τεράστια επιτυχία του το Ma vie, το οποίο γνώρισε άπειρες διασκευές και σήμανε την επιστροφή του στο music-hall.

Οι αλησμόνητες επιτυχίες

Έχει κάνει πολλές επιτυχίες στη Γαλλία, όπως το Les guinguettes  το 1966,            το A regarder la mer το 1970, το Rien qu’un homme την επόμενη χρονιά, το πασίγνωστο Tu t’en vas, το 1975 (1.200.000 αντίτυπα στη Γαλλία, στη Γερμανία, κάτι που είχε να γίνει από το Milord της Edith Piaf, τεράστιες πωλήσεις σε Καναδά και Βραζιλία, όπου έγινε σούπερ-σταρ) σε ντουέτο με τη Noëlle Cordier (FRA 67), που έγινε στα ελληνικά από τον Γιάννη Πάριο  

Τώρα πια (είσαι ανάμνηση παλιά, κίτρινο γράμμα στο συρτάρι…) και το La terre tournera sans nous (#10) το 1976. Κάπως έτσι του ξανάνοιξαν οι πόρτες στο Olympia, όπου γνωρισε και τη μελλοντική σύζυγό του Agnès, αλλά και τον Καναδά, όπου θριάμβευσε για ένα μήνα. 

Μαζί με τη Noëlle Cordier γύρισαν όλη την Κεντρική και Δυτική Ευρώπη. Εκείνη τη χρονιά εκπλήρωσε ένα όνειρό του: διαμόρφωσε έναν παλιό πύργο σε πολυχώρο (θέατρο, ντισκοτέκ, ρεστοράν), ονόματι Stirwen (: Λευκό άστρο) στη Βρετάνη, ενώ γεννιέται και η κόρη του.

Η αρχή της πτώσης

Δυστυχώς όμως άρχισε να τον ταλαιπωρεί μια πολύμηνη ασθένεια, που δεν τον άφηνε να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του. 

Το 1976 επιστρέφει με δύο νέα τραγούδια και εμφανίσεις στο Olympia με τη Mary Christy (MON 76), ηχογραφώντας τις σε ένα live album. Το 1977, έχοντας βγάλει ακόμα ένα άλμπουμ, έζησε τη χρεωκοπία του πολυχώρου του. 

Ευερέθιστος, έχοντας τσακωθεί με τους περισσότερους συναδέλφους του και αντιμετωπίζοντας κατηγορίες φοροδιαφυγής, αποσύρεται στην Καλιφόρνια και μετά στον Καναδά. 

Γυρίζει τον επόμενο χρόνο και ηχογραφεί το «Une autre vie», το «Amoco», μια καταγγελία για όσους ρυπαίνουν το περιβάλλον, το «Mon pays», που εξέφραζε την πικρία του για την αχαριστία της Γαλλίας απέναντι στους καλλιτέχνες της και το ντίσκο κομμάτι «I wanna be me». 

Ο χρόνος έκλεισε με μια μικρή περιοδεία στην επαρχία και δέκα εμφανίσεις στο Olympia. Το 1979 αναβιώνει τον πολυχώρο του και βγάζει ένα 33άρι με πιο εσωτερικά τραγούδια. 

Τα επόμενα δύο χρόνια κυκλοφορεί τρία άλμπουμ, από τα οποία το ένα είναι τα καλύτερά του τραγούδια. Ακολούθησε μακρά περίοδος σιωπής και αναζήτησης, μοιράζοντας τη ζωή του μεταξύ Κεμπέκ και Βρετάνης.

Τα comeback

Έκανε ένα comeback το 1997, ηχογραφώντας ένα CD με διασκευές τραγουδιών του κι ακόμα ένα με νέο υλικό. Κορυφαία στιγμή, την επόμενη χρονιά, τα δάκρυα που έχυσε, όταν άκουσε τον Patrick Fiori (FRA 93) να ερμηνεύει ζωντανά το Ma vie. Πιανίστας του ήταν ο – διάσημος σήμερα – Alain Chamfort

Αφού δημοσίευσε την αυτοβιογραφία του το 2006, με τίτλο – τι άλλο; – Ma vie, πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του ηχογραφώντας ξανά παλιά τραγούδια, αλλά και γράφοντας μερικά καινούρια. 

Έχοντας επανέλθει στο προσκήνιο με νέο και μάλιστα χρυσό δίσκο στον Καναδά, άνοιξαν πάλι οι μεγάλες σάλες για εκείνον το 2007. 

Το 2011 για λόγους υγείας αποσύρθηκε οριστικά από τη σκηνή, ηχογραφώντας μόνο έναν τελευταίο δίσκο το 2013, Mes duos d’amour, 16 ολόκληρα χρόνια μετά από τον προτελευταίο. 

Την ίδια χρονιά η δικηγόρος μοναχοκόρη του Guénaëlle άνοιξε ξανά το Stirwen, τα αρχικά εγκαίνια του οποίου είχαν γίνει όταν γεννήθηκε εκείνη. 

Πέθανε στις 18 Δεκεμβρίου του 2019 στο Carnac, από καρδιακή ανακοπή, 12 ημέρες μετά από τον θάνατο της πολυαγαπημένης του συζύγου Agnès (Anièce), τον οποίο η κόρη του τού είχε αποκρύψει, για να μην επιδεινωθεί η υγεία του. 

Μερικές ακόμα επιτυχίες

Τραγούδια του που ακούστηκαν αρκετά: 

«Emporte-moi», «Longtemps», 

«Plus je t’entends», 

«Les sabots» 

«Tant», 

«Dis», 

«Ces quelques mots», «Lamento», «Que ce passe-t-il dans ma tête», 

«Un homme s’est pendu», «A regarder la mer», 

«C’était aux premiers jours d’avril», «Rien qu’un homme», 

«Le voyage», «Pour la dernière fois», «L’ombre d’un baiser», 

«Avion, béton, camion», «Soleil d’oiseau», 

«Ecoute bien c’est un tango», «Dessus ma porte». 

Συνολικά ηχογράφησε περίπου 120 τραγούδια, 45 από τα οποία συμπεριελήφθησαν στα Best of.


  

ΠΗΓΗ. infegreece.gr

ΒΙΝΤΕΟ.


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου